Όσοι είχαμε την τύχη,ως πιτσιρικάδες,να
παίξουμε πραγματικά παιχνίδια με τρεξίματα,μαλώματα και αιματηρές πολλές φορές
συμπλοκές,δημιουργούσαμε με την αχαλίνωτη παιδική φαντασία μας απίθανες
καταστάσεις ονειρικής τελειότητας εκδηλώνοντας άψογες και άφθαστες ιδεοπλαστικές
ικανότητες.Η ξύλινη βεργίτσα γινόταν περίστροφο,το καλώδιο στη μέση θήκη για
τις σφαίρες κι ο σιγανός αέρας το πιστό μας άλογο.Η ήρεμη γειτονιά μας
μεταμορφωνόταν με τις διόπτρες της ψυχής μας σε αφιλόξενη χαράδρα της Άγριας
Δύσης και η βασανιστική επιβίωση των ηρωικών καουμπόιδων,απέναντι σε άπειρες
απειλές,ξετυλιγόταν μεθυστικά στα πιο όμορφα και ανέμελα απογεύματά μας.
Τα παιδιά του σήμερα δεν γνωρίζουν τη
μεγαλειώδη απόλαυση του παιχνιδιού.Οι κοινωνικοποιητικές και δημιουργικές
δυνατότητές τους,ανεκδήλωτες,ατροφούν.Οι ψυχικές τους ισορροπίες,τρικυμισμένες σε «μεγαλίστικες» θάλασσες, ανατρέπονται.Τα σημερινά παιδιά, προκρουστείως
εξωθούμενα σε ταχύ εφηβικό καλπασμό,δεν παίζουν. χάνουν
απελπιστικά τη φυσική,και τόσο απαραίτητη,ικανότητα να παίζουν.Αλλοτριώνονται
πληκτρολογώντας αλφαβήτες της αγνωσίας και δακρύζουν,όχι απ΄ την οργή του
παιδικού τσακωμού,αλλά απ΄ την ταλαιπωρία πολύωρης έκθεσης σε εφιαλτικές
εικόνες επί αστραφτερών οθονών χαλαζία.Τα σημερινά παιδιά δεν είναι παιδιά.
Οι βαθιές και έντονες επιδράσεις μας απ΄ τον «Μικρό Σερίφη» και τα κινηματογραφικά Γουέστερν εκδηλώνονταν σε δράση με
καθημερινή συνέπεια και υψηλό σκηνοθετικό οίστρο.Ο ιδρώτας ξεπήδαγε απ΄ τα κουρουμπέτσια κεφάλια μας,καθώς
κορυφωνόταν η αγωνία μας μήπως ο μοχθηρός ερυθρόδερμος ξεπεταχτεί απ΄ τον
κοντινό βράχο και ξεσχίσει το ηλιοκαμένο στήθος μας με το δηλητηριασμένο
βέλος του.Ή ακόμα,σφίγγοντας το σακουλάκι με το χρυσάφι μας,έργο πολυήμερου
κόπου στα νερά του ποταμού,πορευόμασταν στην τράπεζα του Ντότζ Σίτυ αφουγκραζόμενοι τον παραμικρότερο θόρυβο.άλλοι
αποτυχημένοι χρυσοθήρες και αλκοολικοί παράνομοι καραδοκούσαν...
Το σκουπόξυλο-καραμπίνα και η
βεργίτσα-πιστόλι στριφογυρνούσαν στα σκληρά μας χέρια...
Και ποιος το περίμενε ότι ο Λόουν Ρέηντζερ και ο Μπάφαλο Μπίλ θα επανεμφανίζονταν
αγέρωχοι στη μετακαουμπόικη εποχή μας.ένα κακόγουστο μετα-παιδικό
παιχνίδι-φάρσα θα ξετυλιγόταν σε τέτοια έκταση στις ρουτινιάρικες
χρηματιστηριακές μέρες μας.
Νέοι καουμπο-γιάπηδες καλπάζουν με
κυβερνο-φρενίτιδα στις φωτεινές λεωφόρους του άγχους.Σπινάρουν με ευέλικτα
οχήματα,αποφασιστικά και νευρικά.Παραδόξως όμως,όσο πιο γρήγορα είναι τα μεταλλικά τους άλογα,τόσο πιο αποπνικτική και ανυπόφορη καταντάει η
μετα-κίνηση.Όσο πιο εξελιγμένοι καθίστανται οι τρόποι επικοινωνίας,αυξάνοντας
τη δυνατότητα επαφής,τόσο πιο τρομακτική και μακάβρια ξεχύνεται η μοναξιά.Όσο
περισσότερο ανεβαίνει ο πήχης της άνετης ζωής και του βιοτικού
επιπέδου,στηριγμένος στο αίμα εκατομμυρίων τριτοκοσμικών δούλων και σύγχρονων
νεο-σκλάβων,τόσο σφίγγει ανελέητα το συφοριασμένο λαρύγγι ένας μυστήριος
βραχνάς.
Οι αιμοδιψείς Απάτσι και οι δαιμονοπόδαροι Κομάντσι
έχουν εικονοποιηθεί στα έγχρωμα φύλλα των εφημερίδων.Ασταμάτητο βουητό
στους νευρώνες του εγκεφάλου αναβιώνει τους κακούς Ντάλτον.Ο εχθρός είναι διάχυτος παντού.Και μέσα.Ο
σύγχρονος καουμπόι,ολέθρια χαμένος στη μετα-βιομηχανική Νεβάδα,ζώνεται το ηλεκτρονικό του εξάσφαιρο.Κρεμάει στη μέση
του,απεγνωσμένος Λούκυ Λουκ του 2000,
το σπουδαιοφανές στήριγμά του για τις τραχιές μέρες του νεο-Φαρ Ουέστ:το κινητό του τηλέφωνο!
Ο πακοσμιοποιημένος χρηματιστηριακός
τεχνο-πιστολέρο ξεχύνεται ακάθεκτος στα λιβάδια της απάτης.Η Αριζόνα της
ουτοπίας γαργαλάει τον ουρανίσκο του.Με τα σπιρούνια του πατά το συμπλέκτη και
τοποθετεί τη νεκρά στην ψυχή του.Απ΄ το διπλανό πολυώροφο ρέμα αντιλαμβάνεται ένα θρόισμα.Τραβάει το κινητό του και με αστραπιαίες κινήσεις
καλεί τον ψυχολόγο του.Ο αυτόματος τηλεφωνητής τον ενημερώνει ότι το φρούριο
του Άλαμο είναι κατειλημμένο...
Ένα κινητό τηλέφωνο-πιστόλι κρεμασμένο στη
μέση.Για να αντιμετωπιστεί ο εχθρός που δεν υπάρχει.Για να πυροβοληθεί το
ανέμελο. Για να ριζωθεί το συγκρουσιακό.Να κυνηγηθεί το Τίποτα.Εκεί.εμφανώς.στη ζώνη του παντελονιού.Να κουδουνίζει για όλα αυτά που χάθηκαν και χάνονται.Να υποκαθιστά κίτρινα ιστορίες από τον «Μπλέκ» και τον «Ζαγκόρ».
Μεταλλαγμένοι ηλεκτρονικοί
μαζάνθρωποι,θηρευτές της ομίχλης,λαχανιασμένοι επενδυτές της
αδυναμίας,στιβαροί και ανελέητοι κυρίαρχοι του ασήμαντου,εκπορθητές της
καλοστημένης παγίδας,αντιερωτικοί καβαλάρηδες στη θύελλα της αυταπάτης,φρικτά
και άδικα θύματα της αμάθειας και της πεζότητας.Παιδιά που δεν έπαιξαν...
εισαγωγικό κείμενο στην ποιητική συλλογή μου:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ,τα σχόλια να σχετίζονται με την ανάρτηση και να είναι ευπρεπή.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.